Είναι κυρίως τρία είδη:
- Τα τσιμπούρια περιστεριών (Argas reflexus)
- Τα τσιμπούρια του δάσους (Inodes ricinus)
- Τα τσιμπούρια του σκύλου (Rhipicephalus sanguineus)
Τα τσιμπούρια περιστεριών :
Παρασιτεί κυρίως στα περιστέρια αλλά πολλές φορές και σε άλλα πτηνά, τον άνθρωπο και τα ιπποειδή. Γενικώς η αύξηση των περιστεριών στα αστικά κέντρα δεν δημιουργούν μόνο ζημιές σε γλυπτά έργα τέχνης που κοσμούν τις πόλεις μας αλλά δημιουργούν και πολλά προβλήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Μεταξύ των αρκετών παθογόνων που μεταφέρουν τα περιστέρια ειναι και οι κρότωνες, κοινώς τσιμπούρια. Τα τελευταία αυτά παράσιτα εισβάλουν σε κατοικίες με τη μεταφρά απο ξενιστές. Συχνά τα τσιμπήματα των εκτοπαρασίτων αυτών δημιουργούν αλλεργικές αντιδράσεις ή και μετάδοση μολυσματικών ασθενειών. Η ικανότητα αυτών να διεισδύουν, και ο υψηλός βαθμός επιβίωσης ακόμα και χωρίς τροφή (τα ενήλικα μπορούν να ζήσουν μέχρι και πέντε χρόνια χωρίς τροφή) καθιστούν τον έλεγχο αυτών αρκετά περίπλοκο. Πρωτίστης σπουδαιότητας ενέργεια είναι η εφαρμογή κατάλληλου συστήματος απομάκρυνσης των περιστεριών και κατόπιν να εφαρμοστεί μια προσεκτική καθαριότητα και εξυγίανση του χώρου. Έπειτα επεμβαίνουμε με έν ειδικό πρόγραμμα καταπολέμησής του.
Τα τσιμπούρια του σκύλου και τουυ δάσους:
Αν και είναι λίγο διαφορετικά αυτά τα είδη, η παρουσία τους ευνοείται απο την αρκετή βλάστηση και απο την διαθεσιμότητα ξενιστών. Γι’ αυτό το λόγο συχνά τα συναντούμε σε χώρους ακαλλιέργητους και που συχνάζουν άγρια ζώα, αδέσποτα σκυλιά ή κοντά και σε στάβλους. Έτσι φθάνουν στις οικίες μας δια μέσου σκύλων, γατών ή και από άλλα ανθρώπινα όντα. Ο έλεγχος αυτών, όπως και στα τσιμπούρια περιστεριών, πραγματοποιείται με ειδικά εντομοκτόνα και μεθόδους καταπολέμησης.